Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ανεβοκατέβασε

  1. γ' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος ανεβοκατεβάζω
  2. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος ανεβοκατεβάζω