Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ανδρώσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ανδρώνω
  2. θα ανδρώσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ανδρώνω