αναλογιστούν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
αναλογιστούν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναλογίζομαι
- θα αναλογιστούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναλογίζομαι