αμεταφυσικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αμεταφυσικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίααμεταφυσικός
- (σπάνιο) (η λέξη αναφέρεται μόνο σε λεξικό) βλέπε: αντιμεταφυσικός [1]
Μεταφράσεις
επεξεργασία αμεταφυσικός
|
αμεταφυσικός
|