Ετυμολογία

επεξεργασία
αλευροκοσκινίζω < αλεύρι + κοσκινίζω

αλευροκοσκινίζω

  1. κοσκινίζω αλεύρι
  2. μεταχειρίζομαι αλευροκόσκινο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία