Ετυμολογία

επεξεργασία
αείποτε < αεί + ποτέ

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /aˈi.po.te/

  Επίρρημα

επεξεργασία

αείποτε (χρονικό)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία