Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αγρυπνήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αγρυπνώ
  2. θα αγρυπνήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αγρυπνώ