αγκαλιάσουν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
αγκαλιάσουν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αγκαλιάζω
- θα αγκαλιάσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αγκαλιάζω
αγκαλιάσουν