Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αγιοποιήσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αγιοποιώ
  2. θα αγιοποιήσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αγιοποιώ