Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αγαναχτήσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αγαναχτώ
  2. θα αγαναχτήσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αγαναχτώ