Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
έσσω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
έσσω
<
αρχαία ελληνική
ἔσω
•
Η
Ετυμολογία
χρειάζεται
ανάπτυξη με τεκμηρίωση
. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈe.sːo
/ (
κυπριακά
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
έσσω
ουδέτερο
άκλιτο
(
κυπριακά
) το
σπιτικό
⮡
εν να πάω
έσσω
μου