έρχομαι στα λόγια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- έρχομαι στα λόγια < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση επεξεργασία
έρχομαι στα λόγια
- (με κάποιον) τσακώνομαι (με κάποιον)
- (κάποιου) λέγεται από τον συνομιλητή μου για να μου δείξει ότι εκφράζω την ίδια γνώμη με αυτόν, ότι συμφωνούν οι απόψεις μας
Μεταφράσεις επεξεργασία
τσακώνομαι
|
συμφωνώ τελικά
|