Φωκαείς
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Φωκαείς < αρχαία ελληνική Φωκαεῖς, πληθυντικός αριθμός του Φωκαεύς / Φωκαιεύς
Κύριο όνομα επεξεργασία
Φωκαείς αρσενικό
- οι κάτοικοι και οι πολίτες της αρχαίας Φώκαιας στα παράλια της Μικράς Ασίας, όπως κι όσοι κατάγονταν από αυτήν
Σημειώσεις επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Φωκαείς
|