Δείτε επίσης: φτερούγα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Φτερούγα < γενική ενικού του αρσενικού Φτερούγας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Φτερούγα θηλυκό

Μεταγραφές επεξεργασία