Ταώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /taˈo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τα‐ώ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤαώ θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Ταώ
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Η θέση της Μονής και η καταγωγή του ονόματός της, Ι.Μ. Παντοκράτορος Ταώ (Νταού)