ΤΘ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ΤΘ <
- Ταχυδρομική Θυρίδα
- Τεθωρακισμένα
Συντομομορφή
επεξεργασίαΤ.Θ. άκλιτο αρκτικόλεξο
Συντομομορφή
επεξεργασίαΤΘ άκλιτο συντομογραφία
- τα Τεθωρακισμένα, στρατιωτικό Όπλο
Μεταφράσεις
επεξεργασία ταχυδρομικός όρος
|
στρατιωτικό Όπλο
|