Ετυμολογία

επεξεργασία
Ποσειδώνι < Ποσειδών(ας) +

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ποσειδώνι αρσενικό, μόνο στον ενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία