Ετυμολογία

επεξεργασία
Πεισιστρατίδες < αρχαία ελληνική Πεισιστρατίδαι < Πεισίστρατος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πεισιστρατίδες αρσενικό στον πληθυντικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία