Οξύρρυγχος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Οξύρρυγχος < από το ψάρι οξύρρυγχος → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
Οξύρρυγχος θηλυκό
- αρχαία πόλη της Αιγύπτου, η σύγχρονη Per-Medjed, γνωστή για τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν εκεί και κυρίως για μεγάλο αριθμό παπύρων
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Οξύρρυγχος
|