Οντέτ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Οντέτ < (λόγιο δάνειο) γαλλική Odette
Μεταγραφή
επεξεργασίαΟντέτ θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- ⮡ Στο μπαλέτο του Τσαϊκόφσκι «Η λίμνη των κύκνων», ο άσπρος κύκνος είναι η πριγκίπισσα Οντέτ και ο μαύρος κύκνος είναι η Οντίλ που της μοιάζει πολύ.