Νύδρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Νύδρα < Ύδρα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝύδρα θηλυκό
- νησί του Αργοσαρωνικού (η Ύδρα), παλαιότερη ονομασία σε χρήση τον 18ο αιώνα
- ※ Εις τη Νύδρα διάταξαν και ήρθε ο Καρατάσιος με το σώμα του κι’ άλλοι οπλαρχηγοί Βάσιος, Χατζηχρήστος, Γριβαίγοι, και καθίσαμε εκεί πέντε μήνες. Είχα την αγάπη ολουνών των Νυδραίων εγώ και οι συντρόφοι μου και πάντοτες μ’ είχαν εις τα τραπέζα τους και συναστροφές τους (Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη, Α6)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Νύδρα
|