Νότα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Νότα < γενική ενικού του Νότας
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈno.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Νό‐τα
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Νότα θηλυκό