Ετυμολογία

επεξεργασία
Νισινοομότε < λείπει η ετυμολογία

  Μεταγραφή

επεξεργασία

Νισινοομότε θηλυκό, ή ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία