Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καγκοσίμα < λείπει η ετυμολογία

  Μεταγραφή επεξεργασία

Καγκοσίμα θηλυκό

  1. νομαρχιακό διαμέρισμα της Ιαπωνίας, της περιφέρειας Κυούσου, στην ομώνυμη νήσο
  2. πόλη της Ιαπωνίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομαρχιακού διαμερίσματος

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία