Μπιέλσκο Μπιάλα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μπιέλσκο Μπιάλα < πολωνική Bielsko-Biała
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈbʝel.sko ˈbʝa.la/
Μεταγραφή επεξεργασία
Μπιέλσκο Μπιάλα θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μπιέλσκο Μπιάλα