Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μανούσος < (άμεσο δάνειο) βενετική Manuzio που τελικά συνδέθηκε με το Μάνος και Μανόλης (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μανούσος αρσενικό

Σύνθετα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία