Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λύμπεκ < μη απλοποιημένη μεταγραφή για τη γερμανική Lübeck, με την αρχή της αντιστρεψιμότητας μεταξύ της ελληνικής και γερμανικής γραφής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Λύμπεκ ουδέτερο άκλιτο