Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Λουλούδων θηλυκό

  1. γενική πληθυντικού του Λουλούδα
  2. γενική πληθυντικού του Λουλούδω