Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λαοκόων < αρχαία ελληνική Λαοκόων

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /la.oˈko.on/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λα‐ο‐κό‐ων

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λαοκόων γενική: Λαοκόωντα (κλιτικοί τύποι από την αρχαία κλίση στο Λαοκόων)

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λαοκόων < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λαοκόων αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία