Λάκατος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Λάκατος < (άμεσο δάνειο) ουγγρική Lakatos
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΛάκατος αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
- ※ «[…] Και σε ποιά επιστήμη είναι καθηγήτρια αυτή η Κέκτσεμετ;» «Στσάτμαρυ, μαμά!» διόρθωσα εγώ. «Ας τη λένε και Λάκατος, τί σημασία έχει;» είπε η μητέρα μου μετά από λίγη σκέψη
- Γιόζεφ Ροτ, Η κρύπτη των Καπουτσίνων. Μετάφραση: Νίκος Δεληβοριάς· επιμέλεια: Τούλα Σιετή. Αθήνα: Οδυσσέας, 1985, σ. 128.
- ※ «[…] Και σε ποιά επιστήμη είναι καθηγήτρια αυτή η Κέκτσεμετ;» «Στσάτμαρυ, μαμά!» διόρθωσα εγώ. «Ας τη λένε και Λάκατος, τί σημασία έχει;» είπε η μητέρα μου μετά από λίγη σκέψη
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ίμρε Λάκατος στη Βικιπαίδεια Ούγγρος φιλόσοφος (1922-1974)