Ετυμολογία

επεξεργασία
Κολεΐδης < τουρκική köle (δούλος, σκλάβος) + -ίδης

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κολεΐδης αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

επώνυμα:

Μεταγραφές

επεξεργασία
  • Κολεΐδης σελ.147 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.