Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καραμπραΐμης < καρα- + Ιμπραήμ + -ης (=μαυρότουρκος)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καραμπραΐμης αρσενικό, μόνο στον ενικό

Σημειώσεις επεξεργασία

  • από το όνομα φέρεται να έχει μικρασιατική καταγωγή

  Μεταφράσεις επεξεργασία