Κανάδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΚανάδα θηλυκό
- (σπάνιο, καθαρεύουσα) ιδιόρρυθμη μορφή του Καναδά
- ※ Αἱ πόλεις, τὰς ὁποίας οἱ Εὐρωπαίοι ἒκτισαν εἰς τὴν Κανάδα εἶναι ἡ Κβεβέκη καὶ Μοντρεάλη
- Χαρτοπαίγνιον γεωγραφικόν, συγγραφέν μεν Γαλλιςί υπό Ε. Ζουΐ, Μεταφρασθέν δε εις την καθωμιλουμένην των Γραικών γλώσσαν υπό Αικατερίνης Ράστη [= Jeu de cartes historiques του Victor-Joseph Étienne de Jouy], Βιέννη 1816, σ. XLI. Στο Google bοοκs· πρόσβαση: 2021-10-04.
- ※ Αἱ πόλεις, τὰς ὁποίας οἱ Εὐρωπαίοι ἒκτισαν εἰς τὴν Κανάδα εἶναι ἡ Κβεβέκη καὶ Μοντρεάλη