Ετυμολογία

επεξεργασία
ΚΕΝ <  : Κέντρο Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων.

  Συντομομορφή

επεξεργασία

Κ.Ε.Ν. ουδέτερο άκλιτο αρκτικόλεξο

Δείτε επίσης

επεξεργασία