patio
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
patio (en)
- πλακόστρωτη αυλή, πλακόστρωτο αίθριο
Ισπανικά (es) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
patio (es) (πάτιο) αρσενικό
patio (en)
patio (es) (πάτιο) αρσενικό