μόριο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ
ετυμο+ref ενημέρωση ετικετών, +συγγ
Γραμμή 2:
{{el-κλίσ-'πρόσωπο'}}
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λδδ|grc|el|μόριον}} (μέρος ενός όλου). Για την ανατομία και τη γραμματική, [[ελληνιστική κοινή|ελληνιστική]] σημασία. Για τα μόρια αξιολόγησης: {{άγν}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref>
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|μόριον}}
 
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|γλ=el|ˈmo.ɾi.o|γλ=el}}
: {{συλλ|μό|ρι|ο}}
 
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# (φυσικές επιστήμες){{ετ|φυσική}} η μικρότερη ποσότητα [[ύλη]]ς που μπορεί να υπάρχει ελεύθερη χωρίς να χάνει τις [[ιδιότητα|ιδιότητές]] της
#: {{πχ}} ''έναΈνα '''μόριο''' νερού αποτελείται από δύο άτομα υδρογόνου και ένα άτομο οξυγόνου.''
# {{ετ|γραμμ}}
## {{γραμμ}}(''ώς μέρος λόγου'') άκλιτη [[λέξη]] που δεν ανήκει στα γνωστά δέκα μέρη του λόγου και χρησιμεύει π.χ. στο σχηματισμό χρόνων και εγκλίσεων ή αρνητικών προτάσεων
##: {{πχ}} ''το '''μόριο''' «δε» γράφεται με τελικό ν πριν από...''
#* '''αχώριστο μόριο''': [[πρόθημα]] που δεν υπάρχει ως αυτόνομη λέξη
##: {{πχ}} ''Ως μέρος λόγου, στα νέα ελληνικά, τα [[:Κατηγορία:Μόρια (νέα ελληνικά)|'''μόρια''']] είναι:'' [[ας]], [[για]], [[μα]], [[θα]], [[να]] ''και κατά ορισμένες γραμματικές, τα'' [[ναι]], [[όχι]], [[δεν|δε(ν)]], [[μην|μη(ν)]]
#*: ''το αχώριστο μόριο [[α-]] είναι τις περισσότερες φορές στερητικό''
##:: {{βλ|0=-}} [[Παράρτημα:Γραμματική (νέα ελληνικά)#Μόρια|Παράρτημα:Γραμματική#μόρια]]
# πολύ μικρή ποσότητα ύλης, [[σωματίδιο]]
#*# (''ως [[πρόθημα]]'') '''αχώριστο μόριο''': [[πρόθημα]] που δεν υπάρχει ως αυτόνομη λέξη
# τμήμα του ανθρώπινου σώματος
#*#: {{πχ}} ''το αχώριστο μόριο [[α-]] είναι τις περισσότερες φορές στερητικό''
# εξωτερικό τμήμα του γεννητικού οργάνου
# {{ετ|ανατομία}} οποιοδήποτε τμήμα του ανθρώπινου σώματος
#: {{πχ}} ''έπαθε θλάση '''μορίων''' στο μηρό''
# {{ετ|ανατομία}} εξωτερικό τμήμα του [[γεννητικό όργανο|γεννητικού οργάνου]]
# σύγχρονη μονάδα [[βαθμολογία]]ς ή αξιολόγησης
#: {{πχ}} ''Για να προσληφθείτε χρειάζεστε αρκετά περισσότερα '''μόρια'''.''
#: {{πχ}} ''Στις εξετάσεις πήγε πολύ καλά και μάζεψε αρκετά '''μόρια'''.''
 
===={{συγγενικά}}====
===φράσεις===
{{(}}
*'''το μόριό σου είναι σα μόριο''' (''σκωπτικά'')
* [[γραμμομόριο]]
* [[δεκατημόριο]]
* [[δωδεκατημόριο]]
* [[εκατοστημόριο]]
* [[εκτημόριο]]
* [[ημιμόριο]]
* [[μακρομόριο]]
* [[πεμπτημόριο]]
* [[πολλοστημόριο]]
* [[τεταρτημόριο]]
* [[τριτημόριο]]
{{-}}
* [[μοριακός]]
* [[μοριοβιολογία]]
{{)}}
 
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή|φυσικές επιστήμες(φυσική)}}
* {{en}} : {{τ|en|molecule}}
* {{fr}} : {{τ|fr|brin}}, {{τ|fr|grain}}, {{τ|fr|molécule}}, {{τ|fr|particule}}
Γραμμή 31 ⟶ 52 :
* {{pl}} : {{τ|pl|cząstka}}, {{τ|pl|molekuła}}
{{μτφ-τέλος}}
 
{{μτφ-αρχή|μέρος(στη του λόγουγραμματική)}}
* {{en}} : {{τ|en|particle}}
* {{es}} : {{τ|es|partícula}}
Γραμμή 37 ⟶ 59 :
* {{pl}} : {{τ|pl|partykuła}}
{{μτφ-τέλος}}
 
{{μτφ-αρχή|σωματίδιο}}
{{βλ|σωματίδιο}}
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-αρχή|τμήμα του ανθρώπινου σώματος}}
{{μτφ-μέση}}
{{μτφ-τέλος}}
 
{{μτφ-αρχή|γεννητικό όργανο}}
{{μτφ-μέση}}
{{μτφ-τέλος}}
 
{{μτφ-αρχή|μονάδα βαθμολογίας}}
{{μτφ-μέση}}
{{μτφ-τέλος}}
 
==={{αναφορές}}===
<references/>
 
{{κλείδα-ελλ}}
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/wiki/μόριο"