66.301
επεξεργασίες
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) |
|||
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < πλάγιν < {{αρχ}} πλάγιον (ουδέτερο του επιθ. [[πλάγιος]])
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# η αριστερή ή δεξιά πλευρά ενός πράγματος σε αντίθεση με την εμπρόσθια ή την οπίσθια
# '''στο πλάι''' κάποιου: [[δίπλα]] του και υποστηρίζοντάς τον
==={{επίρρημα}}===
#
#:Τα θρανία τους είναι '''πλάι-πλάι'''
#:Κάτσε '''πλάι''' μου
#[[δίπλα]] (''με την μεταφορική έννοια της υποστήριξης '')
#:"Θα σταθούμε '''πλάι''' σου ό,τι και να γίνει"
#:Θα τα καταφέρουμε αν μείνουμε ο ένας '''πλάι''' στον άλλο"
|