Δικαιοφύλαξ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δικαιοφύλαξ < μεσαιωνική ελληνική δικαιοφύλακας[1]• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ði.ce.oˈfi.laks/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δι‐και‐ο‐φύ‐λαξ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔικαιοφύλαξ αρσενικό (θηλυκό Δικαιοφύλακος)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.