Βαραββάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βαραββάς < ελληνιστική κοινή Βαραββᾶς < αραμαϊκή בּר אַבָּא (bar ʾabbā), «υιός του πατέρα»
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒαραββάς αρσενικό
- ανδρικό όνομα, γνωστό από τη Βίβλο, από το όνομα του ληστή που αμνήστευσε ο Πόντιος Πιλάτος για την εορτή του εβραϊκού Πάσχα στην Ιερουσαλήμ αντί για τον Ιησού Χριστό
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Βαραββά)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Βαραββάς στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Ονόματα Ελλήνων και Ξένων από την Ιστορία μας, Ευάγγελος Κυτίνος, Αθήνα, 2020, εκδ. Λεωνίδας Νταλαμάγκας, ISBN: 978-618-83497-5-9