Ετυμολογία

επεξεργασία
Βέγκος < περσική بنج (benk, δηλητηριώδες φυτό, υοσκύαμος, γερούλι) + -ος[1][2]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βέγκος αρσενικό (θηλυκό Βέγκου)

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑010‑3. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 67.
  2. بنج -  Steingass, Francis Joseph (1893) A Comprehensive Persian–English dictionary [Λεξικό περσικής-αγγλικής γλώσσας] (στα αγγλικά). Λονδίνο: Routledge & K. Paul. Στο Digital Dictionaries of South Asia.