Απολλωνία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Απολλωνία < αρχαία ελληνική Ἀπολλωνία → δείτε τη λέξη Απόλλων
Κύριο όνομα επεξεργασία
Απολλωνία θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Απολλωνία
|
Δείτε επίσης : Ἀπολλωνία |
Απολλωνία θηλυκό
|