Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Όσιρις < αρχαία ελληνική Ὄσιρις < αρχαία αιγυπτιακή wsjr

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Όσιρις αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία