Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Άι-Βασίλης < Άι (αϊ-) + Βασίλης

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈa.ʝi.ɔs va.ˈsi.lis/

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Άι-Βασίλης αρσενικό

  • άλλη μορφή του αϊ-Βασίλης
    ※  «Ποιος νά 'ναι άραγε ο μυστηριώδης Άι-Βασίλης που φέρνει τέτοια δώρα, να τον ευχαριστήσουμε;», αναρωτήθηκε με παιδική φωνούλα. (Γιάννης Φαρσάρης, JOHNNIE SOCIETY, Artificial Edition, 2009, σελ. 228 [1])

  Μεταφράσεις επεξεργασία