Ρουμανικά (ro) επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

începând (ro)

  1. αρχίζοντας, στις αρχές του
    începând cu anul în curs - στις αρχές του τρέχοντος έτους

Συγγενικά επεξεργασία