Ετυμολογία

επεξεργασία
éducable < éduquer

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /?/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
éducable éducables

éducable (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία