Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /?/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
échenillage échenillages

échenillage (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία