κροσόβερ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κροσόβερ < μεταγραφή για την αγγλική crossover (ή audio crossover)
Ουσιαστικό επεξεργασία
κροσόβερ ουδέτερο άκλιτο
- (αγγλισμός, τεχνολογία) εξάρτημα (ηλεκτρονικό κύκλωμα) που διαχωρίζει τον ήχο σε ομάδες με διαφορετικό εύρος συχνοτήτων· διαχωριστής συχνοτήτων, διαχωριστής μεγαφώνων, φίλτρο διαχωρισμού συχνοτήτων