ημισφαιρικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
ημισφαιρικός < ημισφαίριο < ημι- + σφαίρα
Επίθετο επεξεργασία
ημισφαιρικός -ή -ό
- που έχει σχήμα ημισφαιρίου
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ημισφαιρικός
ημισφαιρικός < ημισφαίριο < ημι- + σφαίρα
ημισφαιρικός -ή -ό