→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / βοηθός τὸ βοηθόν
      γενική τοῦ/τῆς βοηθοῦ τοῦ βοηθοῦ
      δοτική τῷ/τῇ βοηθ τῷ βοηθ
    αιτιατική τὸν/τὴν βοηθόν τὸ βοηθόν
     κλητική ! βοηθέ βοηθόν
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ βοηθοί τὰ βοηθᾰ́
      γενική τῶν βοηθῶν τῶν βοηθῶν
      δοτική τοῖς/ταῖς βοηθοῖς τοῖς βοηθοῖς
    αιτιατική τοὺς/τὰς βοηθούς τὰ βοηθᾰ́
     κλητική ! βοηθοί βοηθᾰ́
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ βοηθώ τὼ βοηθώ
      γεν-δοτ τοῖν βοηθοῖν τοῖν βοηθοῖν
Παρατήρηση με όρθια ή πλάγια γράμματα.
2η κλίση, Κατηγορία 'βοηθός' όπως «βοηθός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Δευτερόκλιτα τριγενή δικατάληκτα οξύτονα επίθετα. Γράφουμε

{{grc-κλίση-'βοηθός'}}


Κατηγορία:Επίθετα με κλίση όπως το 'βοηθός' (αρχαία ελληνικά)


Παράμετροι επεξεργασία

  • |παρατήρηση= Προσθέτει στον πίνακα κλίσης μια γραμμή με το κείμενο που θα γράψουμε.
  • |λήμμα= Aν επιθυμούμε να κλίνουμε άλλο λήμμα απ' αυτό της σελίδας όπου βρισκόμαστε.
  • |θέματα=   Γράφουμε το θέμα με την προσωδία του (αν έχει)

Δείτε επίσης επεξεργασία


Lua logo
Αυτό το πρότυπο
χρησιμοποιεί LUA
Module:grc-adj-decl/2

Καλείται το Module:grc-adj-decl