Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

yazıhaneci < yazıhane + -ci

  Ουσιαστικό επεξεργασία

yazıhaneci (tr)

  • υπάλληλος γραφείου για την εξυπηρέτηση του κοινού, πχ σε σταθμό υπεραστικών λεωφορείων